Λόγος περί της αγωγής των παιδιών & Οἰκογένεια.




Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου

Λόγος περί της αγωγής των παιδιών

1.  Ή αγωγή των παιδιών αρχίζει άπ' την ώρα της συλλήψεως τους

Ή αγωγή των παιδιών αρχίζει άπ' την ώρα της συλλήψεως τους. Το έμβρυο ακούει κι αισθάνεται μέσα στην κοιλιά της μητέρας του. Ναι, ακούει καί βλέπει με τα μάτια της μητέρας. Αντιλαμβάνεται τίς κινήσεις καί τα συναισθήματα της, παρόλο πού ό νους του δεν έχει αναπτυχθεί. Σκοτεινιάζει το πρόσωπο της μάνας; Σκοτεινιάζει κι αυτό. Νευριάζει ή μάνα; Νευριάζει κι αυτό. Ό,τι αισθάνεται ή μητέρα (λύπη, πόνο, φόβο, άγχος κ.λπ.), τα ζει κι αυτό. Αν ή μάνα δεν το θέλει το έμβρυο, αν δεν το αγαπάει, αυτό το αισθάνεται καί δημιουργούνται τραύματα στην ψυχούλα του, πού το συνοδεύουν σ όλη του τη ζωή. Το αντίθετο συμβαίνει με τ' άγια συναισθήματα της μάνας. Όταν έχει χαρά, ειρήνη, αγάπη στο έμβρυο, τα μεταδίδει σ' αυτό μυστικά, όπως...
συμβαίνει με τα γεννημένα παιδιά.
Γι' αυτό πρέπει ή μητέρα να προσεύχεται πολύ κατά την περίοδο της κυήσεως καί ν αγαπάει το έμβρυο, να χαϊδεύει την κοιλιά της, να διαβάζει Ψαλ­μούς, να ψάλλει Τροπάρια, να ζει ζωή αγία Αυτό είναι καί δική της ωφέλεια, αλλά κάνει θυσίες καί για χάρη του εμβρύου, για να γίνει καί το παιδί πιο άγιο, ν αποκτήσει άπ' την αρχή άγιες καταβολές. Είδατε πόσο λεπτό πράγμα είναι για τη γυναίκα να κυοφορεί παιδί; Πόση ευθύνη καί πόση τιμή!
Θα σας πω κάτι σχετικό καί γι' άλλα άψυχα καί μη λογικά όντα καί θα το καταλάβετε λίγο. Στην Αμερική εφαρμόζουν πειραματικά το έξης: Σε δύο ίδιες αίθουσες, με ίδιες θερμοκρασίες, ίδιο πότισμα καί ίδιο χώμα, φυτεύουν λουλούδια. Υπάρχει όμως μια διαφορά. Στη μια αίθουσα βάζουν απαλή κι ευχάριστη μουσική. Το αποτέλεσμα; Τι να σας πω! Τα λουλούδια αυτής της αίθουσας παρουσιάζουν τεράστια διαφορά σε σχέση με τ' άλλα  Έχουν άλλη ζωηράδα, το χρώμα τους είναι πιο ωραίο κι ή ανάπτυξη τους| είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη.
2. Εκείνο πού σώζει καί φτιάχνει καλά παιδιά είναι ή ζωή των γονέων μέσα στο σπίτι.

Εκείνο πού σώζει καί φτιάχνει καλά παιδιά είναι ή ζωή των γονέων μέσα στο σπίτι. Οι γονείς πρέπει να δοθούνε στην αγάπη του Θεού. Πρέπει να γίνουνε άγιοι κοντά στα παιδιά με την πραότητα τους, την υπομονή τους, την αγάπη τους. Να βάζουνε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, ενθουσιασμό κι αγάπη στα παιδιά. Καί ή χαρά πού θα τους έλθει, αγιοσύνη πού θα τους έχει επισκεφθεί, θα εξακοντίσει στα παιδιά τη Χάρη. Για την κακή συμπεριφορά των παιδιών φταίνε γενικά οι γονείς, δεν τα σώζουν ούτε οι συμβουλές ούτε ή πειθαρχία ούτε ή αυστηρότητα. Αν δεν αγιάζονται οι γονείς, αν δεν αγωνίζονται, κάνουν μεγάλα λάθη καί  μεταδίδουν το κακό πού έχουν μέσα τους. Αν οί γονείς δεν ζουν ζωή αγία,  αν δεν μιλούν με αγάπη, ό Διάβολος ταλαιπωρεί τους γονείς με τις αντιδράσεις των παιδιών. Ή αγάπη, ή ομοψυχία, ή καλή συνεννόηση των γονέων είναι ό,τι πρέπει για τα παιδιά. Μεγάλη ασφάλεια καί σιγουριά
Τα φερσίματα των παιδιών έχουν άμεση σχέση με την κατάσταση των γονέων. Όταν τα παιδιά πληγώνονται άπ' την κακή μεταξύ των γονέων  τους συμπεριφορά, χάνουν δυνάμεις καί διάθεση να προχωρήσουν στην πρόοδο. Κακοχτίζονται καί το οικοδόμημα της ψυχής τους κινδυνεύει από στιγμή σε στιγμή να γκρεμισθεί. Να σας πω καί δυο παραδείγματα.
Είχαν έλθει δυο κοπελίτσες αδελφές σ' μένανε κι ή μια είχε κάτι πολύ άσχημα βιώματα καί με ρωτούσαν που οφείλονται. Καί τους είπα:
Είναι άπ' το σπίτι, άπ' τους γονείς σας.
Κι όπως την «έβλεπα» τη μια, λέω:
'Εσύ άπ' τη μητέρα σου τα έχεις κληρονομήσει αυτά.
Κι όμως, λέει, οί γονείς μας είναι τόσο τέλειοι άνθρωποι. ειναι Χριστιανοί, εξομολογούνται, μεταλαμβάνουν, πού, μπορεί να πει κανείς, ζήσαμε μέσα στη Θρησκεία. Έκτος αν φταίει ή Θρησκεία, απαντάει εκείνη
Τους λέω:
Τίποτε δεν πιστεύω άπ' αυτά πού μου λέτε. Εγώ ένα μόνο «βλέπω».
Οί γονείς σας δεν τη ζουν τη χαρά του Χριστού.
Πάνω σ' αυτό ή άλλη είπε:
Άκουσε, Μαρία. Καλά λέει ό Παππούλης, έχει δίκιο. Οί γονείς μας
πάνε στον Πνευματικό, στην Εξομολόγηση, στη Θεία Μετάληψη, Ναι... Αλλά είχαμε ποτέ ειρήνη στο σπίτι; Ό πατέρας συνεχώς γκρίνιαζε με τη μητέρα μας. Διαρκώς πότε ό ένας δεν έτρωγε, πότε ό άλλος δεν ήθελε νά| πάνε κάπου μαζί. Έχει δίκιο λοιπόν ό Παππούλης.
Πώς τον λένε τον πατέρα σου; την ρωτάω.
Μου είπε.
Πώς την λένε τη μητέρα σου; Μου είπε.
      Ε, λέω, με τη μητέρα σου δεν τα έχεις καθόλου καλά μέσα σου.
Ακούατε με τώρα. Τη στιγμή πού μου έλεγαν το όνομα, «έβλεπα»  τον πατέρα, «έβλεπα» την ψυχή του. Τη στιγμή πού μου έλεγαν το όνο­μα της μητέρας, «έβλεπα» τη μητέρα κι «έβλεπα» πώς κοίταζε ή κόρη τη μητέρα της.      
   «Έβλεπε» προορατικά, αγιοπνευματικά!
Κάποια άλλη μέρα ήλθε μια μητέρα με τη μια της κόρη καί μ' επι­σκέφθηκαν. Ήταν στενοχωρημένη. Έκλαιγε με λυγμούς. Ένοιωθε πολύ δυστυχισμένη.
Τι έχεις; τη ρωτάω. Είμαι απελπισμένη με τη μεγάλη μου κόρη, ή οποία έδιωξε , τον άνδρα της άπ' το σπίτι καί μας παραπλανούσε λέγοντας πολλά ψέματα. Τι ψέματα; της λέω.
Έδιωξε προ πολλού τον άνδρα της άπ' το σπίτι καί δεν μας είπε τί­ποτα. Τη ρωτούσαμε από τηλεφώνου: «Τι κάνει ό Στέλιος;». «Καλά, μας απαντούσε. Αυτή τη στιγμή πήγε να πάρει εφημερίδα». Κάθε φορά εύρι­σκε κάποια πρόφαση, ώστε να μην υποψιαστούμε τίποτε. Αυτό κράτησε δυο χρόνια. Μας το έκρυβε, πού τον είχε διώξει. Προ ήμερων το μάθα­με άπ' τον ίδιο, πού τυχαία τον συναντήσαμε.
Της λέω λοιπόν:
Εσύ φταίεις. Εσύ κι ό άνδρας σου. Καί πιο πολύ εσύ.
Εγώ! πού αγαπούσα τόσο τα παιδιά μου, πού δεν έβγαινα άπ' την
κουζίνα, πού δεν είχα προσωπική ζωή, πού τα οδηγούσα στο Θεό καί στην
Εκκλησία, πού τα συμβούλευα στο καλό. Πώς φταίω εγώ;
Απευθύνθηκα στην άλλη κόρη, πού ήταν παρούσα:
Εσύ Τι λες;
Ναι, μαμά. Έχει δίκιο ό Παππούλης. Ποτέ, μα ποτέ δεν φάγαμε γλυ­κό ψωμί άπ' τα μαλώματα, πού κάνατε μια ζωή με τον μπαμπά.
Βλέπεις, πού έχω δίκιο; Εσείς φταίτε, εσείς τα τραυματίζετε τα παιδιά. Δεν φταίνε εκείνα, υφίστανται όμως τίς συνέπειες.
Δημιουργείται μια κατάσταση στην ψυχή των παιδιών εξαιτίας των γονέων τους, πού αφήνει ίχνη μέσα τους για όλη τους τη ζωή. Ή συ­μπεριφορά τους στη συνέχεια της ζωής τους, ή σχέση με τους άλλους έχουν άμεση εξάρτηση άπ' τα βιώματα πού φέρουν άπ' τα παιδικά τους χρόνια. Μεγαλώνουν, μορφώνονται, αλλά κατά βάθος δεν αλλάζουν. Αυτό φαίνεται καί στις πιο μικρές εκδηλώσεις της ζωής. Επί παραδείγματι, σου συμβαίνει μια λαιμαργία, να θέλεις να τρώγεις. Πήρες, έφαγες, βλέπεις κάτι άλλο, το θέλεις κι εκείνο, το θέλεις καί τ' άλλο. Αισθάνεσαι ότι πεινάς, ότι άμα δεν φας, σε πιάνει μια λιγούρα, μια τρεμούλα. Φοβάσαι ότι θ' αδυνατίσεις. Είναι κάτι ψυχολογικό, πού έχει εξήγηση. Μπορεί, ας πούμε, να μη γνώριζες πατέρα, να μη γνώρισες μητέρα, να είσαι στε­ρημένος καί πεινασμένος, φτωχός κι αδύνατος. Κι αυτό από πνευματικό γεγονός εκδηλώνεται αντανακλαστικούς ως αδυναμία του σώματος.
Στην οικογένεια βρίσκεται μεγάλο μέρος άπ' την ευθύνη για την πνευ­ματική κατάσταση του ανθρώπου. Για ν' απαλλαγούν τα παιδιά από διάφορα εσωτερικά προβλήματα, δεν είναι αρκετές οι συμβουλές, οι εξαναγκασμοί, ή λογική κι οι απειλές. Μάλλον γίνονται χειρότερα. Ή διόρθωση γίνεται με τον εξαγιασμό των γονέων. Γίνετε άγιοι καί δεν θα έχετε κανένα πρόβλημα με τα παιδιά σας. Ή αγιότητα των γονέων απαλλάσσει τα παιδιά άπ' τα προ­βλήματα. Τα παιδιά θέλουν κοντά τους ανθρώπους αγίους, με πολλή αγά­πη, πού δεν θα τα φοβερίζουν ούτε θα περιορίζονται στη διδασκαλία, αλλά θα δίνουν άγιο παράδειγμα καί προσευχή. Να προσεύχεσθε οι γονείς σιωπηλά καί με τα χέρια ψηλά προς το Χριστό καί ν' αγκαλιάζετε τα παιδιά σας μυστικά. Κι όταν κάνουν αταξίες, να παίρνετε κάποια παιδαγωγικά μέτρα, αλλά να μην τα πιέζετε. Κυρίως να προσεύχεσθε.
Πολλές φορές οι γονείς, καί κυρίως ή μητέρα, πληγώνουν το παιδί για αταξία πού έκανε καί το μαλώνουν άδικα. Τότε αυτό πληγώνεται. Ακόμη κι αν δεν το μαλώσεις εξωτερικά καί μέσα σου το μαλώσεις κι αγανακτείς ή το κοιτάξεις άγρια, το παιδί το καταλαβαίνει. Νομίζει ότι ή μητέρα δεν το αγαπάει. Ρωτάει τη μάνα:
Μ' αγαπάεις, μαμά; Ναι, παιδί μου.
Αλλ' αυτό δεν πείθεται. Έχει πληγωθεί. Ή μητέρα το αγαπάει, θα το  χαϊδέψει μετά, άλλ' αυτό θα κάνει το κεφάλι πίσω. Δεν δέχεται το χάδι, το νομίζει υποκρισία, γιατί έχει πληγωθεί.
3. Ή υπερπροστασία αφήνει ανώριμα τα παιδιά.

Ένα άλλο πάλι, πού βλάπτει τα παιδιά, είναι ή υπερπροστασία, δηλαδή ή υπερβολική φροντίδα, ή υπερβολική αγωνία καί το άγχος των γονέων. Ακουστέ ένα περιστατικό.
Μια μητέρα μου παραπονιόταν ότι το παιδάκι της, πέντε χρονών,  δεν υπάκουε. Της έλεγα, «εσύ φταίεις», αλλά δεν το καταλάβαινε. Κάποια φορά πήγαμε με τη μητέρα αυτή έναν περίπατο στη θάλασσα με τ' αυτο­κίνητο της. Είχε μαζί της καί το παιδί. Σε λίγο ό μικρός ξέφυγε άπ' το  χέρι της κι έτρεξε προς τη θάλασσα. Υπήρχε μάλιστα ένας σωρός από άμμο κι άπ' την πίσω πλευρά του απότομα απλωνόταν ή θάλασσα. Ή μητέρα αγχώθηκε, ήταν έτοιμη να φωνάξει, να τρέξει, διότι είδε τον μικρό στην κορυφή του σωρού μ' απλωμένα τα χέρια να κάνει ισορροπία. Εγώ την καθησύχασα, της είπα καί γύρισε την πλάτη προς το παιδί καί λίγο λο­ξά παρακολουθούσα. Όταν ό μικρός απελπίστηκε να προκαλεί τη μητέ­ρα του, για να την τρομάξει καί να φωνάξει, όπως συνήθως, σιγά-σιγά κα­τέβηκε ήσυχος καί μας πλησίασε. Αυτό ήταν! Τότε πήρε ή μητέρα το μάθημα της σωστής αγωγής. Μια άλλη μητέρα παραπονιόταν για το μοναχογιό της ότι δεν έτρω­γε όλα τα φαγητά καί κυρίως το γιαούρτι. Ό μικρός θα ήταν περίπου τριών χρονών καί την παίδευε τη μάνα καθημερινά. Της λέω:
«Θα κάνεις το έξης. Θ' αδειάσεις το ψυγείο άπ' όλα τα τρόφιμα. Θα το γεμίσεις με ορισμένη ποσότητα γιαούρτι. Θα ταλαιπωρηθείτε καί οι γονείς για μερικές ημέρες. Ήλθε ή ώρα του φαγητού; Θα δώσεις στον Πέτρο γιαούρτι. Δεν θα το φάει. Το βράδυ το ίδιο, την άλλη μέρα το ίδιο. Ε, μετά θα πεινάσει, κάτι θα δοκιμάσει. Θα κλάψει, θα φωνάξει. Θα τα υποστείτε. Μετά θα το φάει ευχαρίστως».
Έτσι συνέβηκε κι έγινε το γιαούρτι το καλύτερο φαγητό για τον Πέτρο.
Δεν είναι δύσκολα αυτά. Κι όμως πολλές μητέρες δεν τα καταφέρνουν καί δίνουν πολύ αρνητική αγωγή στα παιδιά τους. Μητέρες πού κάθονται πάνω άπ' τα παιδιά τους συνεχώς καί τα καταπιέζουν, δηλαδή τα υπερπροστατεύουν, απέτυχαν στο έργο τους. Ενώ πρέπει ν' αφήνεις το παιδί μόνο του να ενδιαφερθεί για την πρόοδο του. Τότε θα πετύχεις. Όταν κά­θεσαι συνεχώς από πάνω τους, τα παιδιά αντιδρούν. Αποκτούν νωθρότητα, μαλθακότητα καί συνήθως αποτυγχάνουν στη ζωή. Είναι ένα είδος υπερ­προστασίας, πού αφήνει ανώριμα τα παιδιά.
Πριν από λίγες ήμερες ήλθε απελπισμένη μια μητέρα για τίς συνεχείς αποτυχίες του γιου της στις εισιτήριες εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο. Άριστος μαθητής στο Δημοτικό, άριστος στο Γυμνάσιο, άριστος στο Λύκειο. Στη συνέχεια αποτυχίες, αδιαφορία του παιδιού, αντιδράσεις περίεργες.
«Εσύ φταίεις, της λέω της μάνας, κι είσαι καί μορφωμένη. Τι θα έκανε το παιδί; Πίεση, πίεση, πίεση όλα τα χρόνια, "να είσαι πρώτος, να μην μας ντροπιάσεις, να γίνεις μεγάλος στην κοινωνία...". Τώρα κλώτσησε, δεν θέλει τίποτε. Να σταματήσεις αυτή την καταπίεση καί την υπερ­προστασία καί θα δεις πού το παιδί τότε θα ισορροπήσει. Τότε θα προ­χωρήσει, όταν τ' αφήσεις ελεύθερο».
4. Το παιδί θέλει κοντά του ανθρώπους θερμής προσευχής.

Το παιδί θέλει κοντά του ανθρώπους θερμής προσευχής. Όχι ν' αρκείται ή μητέρα στο αισθητό χάδι για το παιδί της, αλλά να προσφέρει συγχρόνως καί το χάδι της προσευχής. Το παιδί αισθάνεται στο βάθος της ψυχής του το πνευματικό χάδι, πού μυστικά στέλνει ή μητέρα του, καί έλκεται προς αυτήν. Νοιώθει ασφάλεια, σιγουριά, όταν ή μητέρα με τη συνεχή, την επίμονη καί θερμή προσευχή της αγκαλιάζει το παιδί της μυστικά καί το ελευθερώνει άπ' ότι το σφίγγει.
Οι μητέρες ξέρουν να αγχώνονται, να συμβουλεύουν, να λένε πολλά, αλλά δεν έμαθαν να προσεύχονται. Οι πολλές συμβουλές καί υποδείξεις κάνουν πολύ κακό. Όχι πολλά λόγια στα παιδιά. Τα λόγια χτυπάνε στ αυτιά, ενώ ή προσευχή πηγαίνει στην καρδιά. Προσευχή χρειάζεται, με πίστη, δίχως άγχος, αλλά καί καλό παράδειγμα.
Κάποια μέρα ήλθε εδώ στο Μοναστήρι μια μητέρα απελπισμένη για το γιο της, το Γιώργο. Ήταν πολύ «μπερδεμένος». Γύριζε αργά τη νύχτα με παρέες όχι καλές. Ή κατάσταση του κάθε μέρα χειροτέρευε. Αγωνία, κλάματα ή μητέρα.
Της λέω: Τίποτε, μιλιά εσύ, μόνο προσευχή.
Βάλαμε στις δέκα με δέκα καί τέταρτο το βράδυ κοινή ώρα προσ­ευχής. Της είπα να μη μιλάει καί ν' αφήσει το γιο της να βγαίνει ό,τι άρα θέλει, να μη ρωτάει «Τι ώρα ήταν πού ήλθες» κλπ., αλλά να του λέει έτσι, με πολλή αγάπη: «Φάε, Γιώργο μου, στο ψυγείο σου έχουμε αφήσει φα­γητό». Καί να μην του λέει τίποτε άλλο. Γενικώς να του φέρεται με αγάπη καί να μην αφήνει την προσευχή.
Ή μητέρα άρχισε να τα εφαρμόζει, οπότε περάσανε καμιά εικοσαριά ήμερες καί της λέει:
Μάνα, γιατί δεν μου μιλάς; Γιώργο μου, εγώ δεν σου μιλάω;
Μάνα, κάτι έχεις μαζί μου. Δεν μου μιλάς.
Περίεργο πράγμα είναι αυτό πού μου λες, Γιώργο μου. Πώς δεν σου μιλάω; Να, τώρα δεν σου μιλάω; Τι θέλεις να σου πω;
Κι ό Γιώργος δεν της απάντησε. Μετά ήλθε στο Μοναστήρι ή μητέρα καί μου λέει:
Γέροντα, Τι ήταν αυτό πού μου είπε το παιδί;
Επέτυχε ή μέθοδος μας! Ποια μέθοδος;
Πού σας είπα να μην του μιλάτε, να κάνετε μόνο προσευχή μυ­στικά καί το παιδί θα συνέλθει.
Λέτε να είναι αυτό;
Αυτό είναι, της λέω. Θέλει να του κάνεις την παρατήρηση: «Που ήσουνα, Τι έκανες;». Καί αυτός να φωνάζει, ν' αντιδράει καί να έρχεται ακό­μη πιο αργά.
Πω, πω! λέει. Τι μυστήρια κρύβονται!
Το κατάλαβες; Εφόσον σου μιλάει ή κατάσταση. Αυτός σε βασάνιζε, γιατί ήθελε να τον μαλώνεις, για να κάνει τα σκέρτσα του. Δεν τον μα­λώνεις, στενοχωρείται. Αντί να στενοχωρείσαι εσύ, όταν κάνει αυτός τα δι­κά του, τώρα, πού δεν στενοχωρείσαι εσύ καί δείχνεις απάθεια, στενοχωρείται αυτός.
Μια μέρα ό Γιώργος τους ανακοίνωσε στο σπίτι ότι φεύγει, αφήνει τη δουλειά του καί πάει για τον Καναδά. Είχε πει καί στ' αφεντικό του: «Φεύ­γω, βρες άλλον να μ' αντικαταστήσει ατή δουλειά». Εγώ εν τω μεταξύ είπα στους γονείς:
Εμείς θα κάνουμε προσευχή.
Μα είναι έτοιμος... Θα τον βουτήξω! λέει ό πατέρας του Όχι, μην τον πειράξεις, του λέω. Μα φεύγει το παιδί, Γέροντα! Λέω: Ας φεύγει. Εσείς να επιδοθείτε στην προσευχή κι εγώ μαζί σας.
Μετά δύο-τρεις μέρες, ήταν Κυριακή, πρωί-πρωί ό Γιώργος τους λέει:
Εγώ φεύγω, θα πάω με τους φίλους μου.
Καλά, όπως θέλεις, του λένε.
Έφυγε. Πήρε τους φίλους του, δυο κοπέλες καί δυο αγόρια, νοικιάσανε ένα αυτοκίνητο καί ξεκινήσανε για τη Χαλκίδα. Πήγανε από δω, από κει... Μετά πήγανε στον Άγιο Ιωάννη το Ρώσο κι από κει τραβήξανε Μαντούδι, Αγία Άννα, πέρα στα Βασιλικά. Πήγανε καί κάνανε μπάνιο στο Αιγαίο Πέλαγος, φάγανε, ήπιανε, γλεντήσανε. Μετά πήρανε το δρόμο της επιστροφής. Είχε σουρουπώσει. Ό Γιώργος οδηγούσε. Εκεί, στην Αγία Άννα, χτυπάει τ' αυτοκίνητο στο αγκωνάρι ενός σπιτιού. Το στραπατσάρισαν. Τι να κάνουνε τώρα; Το πήρανε σιγά-σιγά καί το φέρανε στην Αθήνα.
Έφτασε πρωί-πρωί, νύχτα, στο σπίτι. Δεν του είπαν τίποτα οι γο­νείς. Αυτός έπεσε καί κοιμήθηκε. Μετά τον ύπνο σηκώθηκε καί λέει:
Πατέρα, αυτό κι αυτό... Τώρα πρέπει να φτιάξουμε τ' αυτοκίνητο κι έχει πολλά λεφτά.
Του λέει:
Παιδί μου, εσύ ξέρεις. Εγώ έχω χρέη, έχω τίς αδελφές σου... Τι θα γίνουμε;
Τι να κάνω, πατέρα;
Ο,τι θέλεις κάνε. Μεγάλος είσαι, μυαλό έχεις. Σύρε στον Καναδά να κάνεις λεφτά, να...
Δεν μπορώ, του λέει. Πρέπει να το φτιάξουμε τώρα.
Δεν ξέρω, του λέει. Κανόνισε.
Λοιπόν, βλέποντας έτσι τον πατέρα, έφυγε. Πάει, βρίσκει τ' αφεντικό του. Λέει:
Αφεντικό, αυτό κι αυτό έπαθα. Δεν θα φύγω. Μην παίρνεις άλωνε.
Του λέει εκείνος: Καλά, καλά, παιδί μου.
Ναι, αλλά θέλω λεφτά.
Ναι, αλλά εσύ θέλεις να φύγεις. Πρέπει να μου υπογράψει ό πατέ­ρας σου.
Εγώ θα σου υπογράψω. Ό πατέρας μου δεν ανακατεύεται. Μου το
είπε. Εγώ θα δουλέψω καί θα σ' τα δώσω.
Δεν είναι θαύμα του Θεού αυτό; Όταν ξαναήλθε , ή μητέρα, της είπα:
Επέτυχε ό τρόπος πού μεταχειριστήκαμε καί ή προσευχή μας εισα­κούστηκε στο Θεό. Καί το δυστύχημα ήταν άπ' το Θεό καί τώρα το παιδί θα μείνει στο σπίτι καί θα σωφρονιστή.
Έτσι έγινε με την προσευχή μας. Έγινε θαύμα. Κάνανε νηστεία καί προσ­ευχή καί σιωπή οι γονείς καί πέτυχαν. Έπειτα από καιρό ήλθε το παιδί καί με ηύρε, χωρίς να του πει για μένα κανείς άπ' τους δικούς του. Ό Γιώργος έγινε πολύ καλός καί είναι τώρα στην Αεροπορία. Καί έκανε καί ωραία οικογένεια.
5. Πολλή προσευχή καί λίγα λόγια στα παιδιά.

Όλα άπ' την προσευχή, τη σιωπή καί την αγάπη γίνονται. Καταλάβατε τα αποτελέσματα της προσευχής; Αγάπη εν προσευχή, εν Χριστώ αγάπη. Αυτή ωφελεί πραγματικά. Όσο θ' αγαπάτε τα παιδιά με την ανθρώπινη αγάπη, πού είναι συχνά παθολογική, τόσο θα μπερδεύονται, τόσο ή συ­μπεριφορά τους θα είναι αρνητική. Όταν όμως ή αγάπη σας θα είναι με­ταξύ σας καί προς τα παιδιά χριστιανική καί αγία, τότε δεν θα έχετε κα­νένα πρόβλημα. Ή αγιότητα των γονέων σώζει τα παιδιά. Για να γίνει αυτό, πρέπει να επιδράσει ή θεία Χάρη στις ψυχές των γονέων. Κανείς δεν αγιάζεται μόνος του. Ή ίδια ή θεία Χάρη μετά θα φωτίσει, θα θερμάνει καί θα ζωογονήσει τις ψυχές των παιδιών.
Πολλές φορές μου τηλεφωνούν κι από το εξωτερικό καί με ρωτούν για τα παιδιά τους καί γι' άλλα θέματα. Με πήρε λοιπόν σήμερα άπ' το Μιλάνο μια μητέρα καί με ρώτησε πώς να φέρεται στα παιδιά της. Της είπα τα εξής:
«Να προσεύχεσαι. Κι όταν πρέπει να μιλάς στα παιδιά, να μιλάς με αγάπη. Πιο πολύ να κάνεις προσευχή καί λίγα λόγια να τους λες. Πολ­λή προσευχή καί λίγα λόγια σε όλους. Να μη γινόμαστε ενοχλητικοί, αλλά να προσευχόμαστε μυστικά καί μετά να μιλάμε. Κι ό Θεός θα μας βεβαιώνει μέσα μας, αν ή ομιλία μας είναι δεκτή στους άλλους. 'Αν δεν είναι πάλι, δεν θα μιλάμε. Θα προσευχόμαστε μυστικά μόνο. Διότι με το να μιλάμε γινόμαστε ενοχλητικοί καί κάνουμε τους άλλους ν' αντιδρούν καί καμιά φορά ν' αγανακτούν. Γι' αυτό πιο καλά είναι να τα λέει κανείς μυστικά στην καρδιά των άλλων μέσω της μυστικής προ­σευχής, παρά στ' αυτί τους.
Άκου να σου πω: να προσεύχεσαι καί μετά να μιλάς. Έτσι να κά­νεις στα παιδιά σου. Άμα διαρκώς τους δίνεις συμβουλές, θα γίνεις βαρετή. Κι όταν θα μεγαλώσουν, θα αισθάνονται ένα είδος καταπιέσεως. Να προτιμάς λοιπόν την προσευχή. Να τους μιλάς με την προσευχή. Να τα λές στο Θεό κι ό Θεός θα τα λέει μέσα τους. Δηλαδή δεν πρέπει να συμ­βουλεύεις τα παιδιά σου έτσι, με φωνή πού να την ακούνε τ' αυτιά τους. Μπορείς να το κάνεις κι αυτό, αλλά προπάντων πρέπει να μιλάς για τα παιδιά σου στο Θεό. Να λές: Κύριε Ίησοΰ Χριστέ, φώτισε τα παιδάκια μου. Εγώ σ' σένανε τα αναθέτω. Εσύ μου τα έδωσες, μα κι εγώ είμαι αδύναμη, δεν μπορώ να τα κατατοπίσω. Γι' αυτό, Σε παρακαλώ, φώτισέ τα. Κι ό Θεός θα τους μιλάει καί θα λένε: "Ωχ, δεν έπρεπε να στενο­χωρήσω τη μαμά μ' αυτό πού έκανα!". Κι αυτό θα βγαίνει από μέσα τους με τη Χάρη του Θεού».
Αυτό είναι το τέλειο. Να μιλάει ή μητέρα στο Θεό κι ό Θεός να μιλάει στο παιδί. 'Αν δεν γίνει έτσι, πες, πες, πες... όλο «άπ' τ' αυτί», στο τέλος γίνεται ένα είδος καταπιέσεως. Κι όταν το παιδί μεγαλώσει, αρχί­ζει πλέον να αντιδράει, δηλαδή να εκδικείται τρόπον τινά τον πατέρα του, τη μητέρα του, που το καταπίεσαν. Ενώ ένα είναι το τέλειο να μιλάει ή εν Χριστώ αγάπη καί ή αγιοσύνη του πατέρα καί της μητέρας. Ή ακτινοβολία της αγιοσύνης καί όχι της ανθρώπινης προσπάθειας κάνει τα παιδιά καλά.
Όταν τα παιδιά είναι τραυματισμένα καί πληγωμένα από κάποιο σο­βαρό ζήτημα, να μην επηρεάζεστε πού αντιδρούν καί μιλούν άσχημα. Στην πραγματικότητα δεν το θέλουν, αλλά δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς στις δύσκολες στιγμές. Μετά μετανιώνουν. Αν όμως εσείς εκνευριστείτε καί θυμώσετε, γίνεστε ένα με τον Πονηρό καί σας παίζει όλους.
6. Ή αγιότητα των γονέων είναι ή καλύτερη εν Κυρίω αγωγή.

Να βλέπουμε το θεό στο πρόσωπο των παιδιών καί να δώσουμε την αγά­πη του Θεού στα παιδιά. Να μάθουν καί τα παιδιά να προσεύχονται. Για να προσεύχονται τα παιδιά, πρέπει να έχουν αίμα προσευχομένων γονέων. Εδώ πέφτουν έξω μερικοί καί λένε: «εφό­σον οι γονείς προσεύχονται, είναι ευσεβείς, μελετούν την Αγία Γραφή καί τα παιδιά τα ανέθρεψαν "εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου" (Έφεσ. 6, 4), επόμενο είναι να γίνουν καλά παιδιά». Ορίστε όμως πού βλέπουμε αντί­θετα αποτελέσματα λόγω της καταπιέσεως.
Δεν είναι αρκετό να είναι οι γονείς ευσεβείς. Πρέπει να μην καταπιέζουν τα παιδιά, για να τα κάνουν καλά με τη βία. Είναι δυνατό να διώξουμε τα παιδιά άπ' το Χριστό, όταν ακολουθούμε τα της Θρησκείας με εγωι­σμό. Τα παιδιά δεν θέλουν καταπίεση. Μην τα εξαναγκάζετε να σας ακολουθήσουν στην Εκκλησία. Μπορείτε να πείτε: «Όποιος θέλει μπο­ρεί να έλθει τώρα μαζί μου ή αργότερα». Αφήστε να μιλήσει στις ψυχές τους ό Θεός. Ή αιτία πού μερικών ευσεβών γονέων τα παιδιά, όταν με­γαλώσουν, γίνονται ατίθασα κι αφήνουν καί την Εκκλησία κι όλα καί τρέ­χουν άλλου να ικανοποιηθούν, είναι αυτή ή καταπίεση, πού τους ασκούν οι «καλοί» γονείς. Οι τάχα «ευσεβείς» γονείς, πού είχαν τη φροντίδα να κάνουν τα παιδιά τους «καλούς Χριστιανούς», μ' αυτή την αγάπη τους, την ανθρώπινη, τα καταπίεσαν κι έγινε το αντίθετο. Πιέζονται δηλαδή, όταν είναι μικρά τα παιδιά, κι όταν γίνουν δεκαέξι χρονών, δεκαεπτά ή δεκαοκτώ, φτάνουν στο αντίθετο αποτέλεσμα. Αρχίζουν από αντίδραση να πηγαίνουν με παλιοπαρέες καί να λένε παλιόλογα.
Ενώ, όταν αναπτύσσονται μέσα στην ελευθερία, βλέποντας συγχρόνως το καλό παράδειγμα των μεγάλων, χαιρόμαστε να τα βλέπουμε. Αυτό είναι το μυστικό, να είσαι καλός, να είσαι άγιος, για να εμπνέεις, να ακτι­νοβολείς. Ή ζωή των παιδιών φαίνεται να επηρεάζεται άπ' την ακτινοβολία των γονέων. Επιμένουν οι γονείς: «Άντε να εξομολογηθείς, άντε να με­ταλάβεις, άντε να κάνεις εκείνο...». Τίποτε δεν γίνεται. Ενώ βλέπει σένανε, αυτό πού ζεις, αυτό καί ακτινοβολείς. Ακτινοβολεί ό Χριστός μέσα σου; Αυτό πηγαίνει στο παιδί σου. Εκεί βρίσκεται το μυστικό. Κι αν γίνει αυτό, όταν το παιδί είναι μικρό στην ηλικία, δεν θα χρειαστεί να κοπιάσει πολύ, όταν μεγαλώσει. Πάνω σ' αυτό το θέμα ακριβώς ό σοφός Σολομών χρησιμοποιεί μια ωραιότατη εικόνα, τονίζοντας τη σημασία πού έχει το καλό ξεκίνημα, ή καλή αρχή, το καλό θεμέλιο. Λέει σ' ένα ση­μείο: «Ό όρθρίσας προς αυτήν (την σοφία) ου κοπιάσει- πάρεδρον γαρ ευρήσει των πυλών αυτόν» (Σοφ. Σολομ. 6, 14). «Ό όρθρος προς αυτήν» είναι ή από νεαρά ηλικία απασχόληση με αυτήν, τη σοφία. Σοφία είναι ό Χριστός. Ή λέξη «πάρεδρος» σημαίνει βρίσκεται πλησίον.
Όταν οι γονείς είναι άγιοι καί το μεταδώσουν αυτό στο παιδί και του δώσουν αγωγή εν Κυρίω, τότε το παιδί, ό,τι επιδράσεις κακές κι αν έχει άπ' το περιβάλλον του, δεν επηρεάζεται, διότι «έξω άπ' την πόρτα του» θα βρίσκεται ή Σοφία, ό Χριστός. Δεν θα κοπιάσει για να την αποκτήσει. Φαίνεται πολύ δύσκολο να γίνεις καλός, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ εύκολο, όταν από μικρός ξεκινήσεις με καλά βιώματα. Μεγαλώνο­ντας δεν χρειάζεται κόπος, το έχεις μέσα σου το καλό, το ζεις. Δεν κο­πιάζεις, το έχεις ζήσει, είναι περιουσία σου, πού τη διατηρείς, αν προσέξεις, σε όλη σου τη ζωή.
7. (Οι ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ) με την προσευχή καί την αγιο­σύνη μπορείτε να βοηθήσετε καί τα παιδιά στο Σχολείο.

Αυτό πού γίνεται με τους γονείς, μπορεί να γίνει καί με τους εκπαι­δευτικούς. Με την προσευχή καί την αγιοσύνη μπορείτε να βοηθήσετε καί τα παιδιά στο Σχολείο. Μπορεί να τα επισκιάσει ή Χάρη του Θεού καί να γίνουν καλά. Μην προσπαθείτε με ανθρώπινους τρόπους να διορθώσετε κακές καταστάσεις. Δεν έρχεται έτσι κανένα καλό αποτέλεσμα. Μόνο με την προσευχή θα φέρετε αποτέλεσμα. Να επικαλείστε τη θεία Χάρη για όλους. Να πάει ή θεία Χάρη μέσα στην ψυχή τους καί να τους αλλοιώ­σει. Αυτό θα πει Χριστιανός.
Εσείς οι εκπαιδευτικοί μυστικά, χωρίς να το καταλαβαίνετε, μεταδίδετε στα παιδιά το άγχος καί τα επηρεάζετε. Με την πίστη φεύγει το άγχος, Τι λέμε; «Και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα» (θ. Λει­τουργία).
Ν' ανταποκρίνεστε στην αγάπη των παιδιών με διάκριση. Έτσι, άμα σας αγαπήσουν, θα μπορέσετε να τα οδηγήσετε κοντά στο Χριστό. Θα γί­νετε εσείς το μέσο. Ή αγάπη σας να είναι αληθινή, να μην τ' αγαπάτε ανθρώπινα, όπως κάνουν συνήθως οι γονείς. Δεν τα βοηθάτε. Αγάπη εν προσευχή, εν Χριστώ αγάπη, αυτή ωφελεί πραγματικά. Κάθε παιδί πού βλέ­πετε, να προσεύχεσθε γι' αυτό. Κι ό Θεός θα στέλνει τη Χάρη Του καί θα το ενώνει μαζί Του. Προτού μπείτε στην τάξη, καί ειδικά σε δύσκολα τμήματα, να λέτε την ευχή. «Κύριε Ίησοΰ Χριστέ...». Μπαίνοντας ν' αγκα­λιάζετε με το βλέμμα σας όλα τα παιδιά, να προσεύχεσθε καί μετά να μιλάτε προσφέροντας όλο σας τον εαυτό. Κάνοντας αυτή την προσφορά εν Χρι­στώ, θα χαίρεσθε. Έτσι θ' αγιάζεστε κι εσείς καί τα παιδιά. Θα ζείτε μέσα στην αγάπη του Χριστού καί στην Εκκλησία, διότι θα γίνεσθε καλοί μέσα στην εργασία.
'Αν κάποιος μαθητής δημιουργήσει πρόβλημα, κάντε πρώτα μια γε­νική παρατήρηση λέγοντας:
«Παιδιά, εδώ ήλθαμε για μάθημα, για σοβαρή δουλειά. Βρίσκομαι κοντά σας, για να σας βοηθήσω. Κι εσείς κουράζεστε, για να πετύχετε στη ζωή. Κι εγώ, πού σας αγαπώ πάρα πολύ, κοπιάζω. Γι' αυτό, σας παρακαλώ, να κάνετε ησυχία, για να πετύχουμε το σκοπό μας».
Δεν θα κοιτάζετε αυτόν πού παραφέρθηκε. Αν συνεχίσει, απευθύνεστε στον ίδιο, όχι με θυμό, αλλά σοβαρά καί σταθερά. Θα προσέχετε να επιβάλλεστε στην τάξη, για να μπορείτε να επιδράσετε καί στις ψυχές τους. Δεν φταίνε τα παιδιά, πού είναι δύσκολα. Αυτό οφείλεται στους μεγάλους.
Στα παιδιά να μη λέτε πολλά για το Χριστό, για το Θεό, αλλά να προσεύχεσθε στο Θεό για τα παιδιά. Τα λόγια χτυπούν στ' αυτιά, ενώ ή προσευχή πηγαίνει στην καρδιά. Ακούστε ένα μυστικό.
Την πρώτη ημέρα πού θα μπείτε στην τάξη, να μην κάνετε μάθημα. Να τους μιλήσετε ωραία. Μία-μία τίς λέξεις. Να φερθείτε με αγάπη στα παι­διά. Στην αρχή να μην τους μιλήσετε καθόλου περί Θεού, ούτε περί ψυχής. Άλλη φορά αυτά, αργότερα. Την ήμερα όμως πού θα τους μιλήσετε για το Θεό, θα προετοιμαστείτε καλά καί θα τους πείτε:
Υπάρχει ένα θέμα, για το όποιο πολλοί αμφιβάλλουν. Είναι το θέ­μα «Θεός». Τι γνώμη έχετε;
Έπειτα συζήτηση. Άλλη ήμερα το θέμα «ψυχή».
Υπάρχει ψυχή;
Έπειτα να μιλήσετε για το «κακό» από πλευράς φιλοσοφικής. Να τους πείτε ότι έχουμε δυο εαυτούς, τον καλό καί τον κακό. Πρέπει να καλ­λιεργήσουμε τον καλό. Αυτός θέλει την πρόοδο, την καλοσύνη, την αγά­πη. Αυτόν πρέπει να ξυπνήσουμε, για να γίνουμε άνθρωποι σωστοί στην κοινωνία. Να θυμηθείτε εκείνο: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα· Τι καθεύδεις;» (Κοντάκιο Μεγάλου Κανόνος). Να μην τους τα πείτε όμως έτσι, αλλά με άλλα λόγια, περίπου έτσι:
«Παιδιά, να είσθε ξύπνιοι για τη μόρφωση, για το καλό, για την αγάπη. Μόνο ή αγάπη τα κάνει όλα όμορφα καί γεμίζει ή ζωή μας κι απο­κτάει νόημα. Ό κακός εαυτός θέλει την τεμπελιά, την αδιαφορία. Αλλ' αυτό κάνει άνοστη τη ζωή, χωρίς νόημα κι ομορφιά».
Όλα όμως αυτά θέλουν προετοιμασία. Ή αγάπη απαιτεί θυσίες καί πο­λύ συχνά καί θυσία χρόνου. Να δίνετε την πρώτη θέση στην κατάρτιση, για να είστε έτοιμοι να τους προσφέρετε. Να είστε έτοιμοι κι όλα να τα λέτε με αγάπη καί προπάντων με χαρά. Να τους δείχνετε όλη σας την αγά­πη καί να ξέρετε Τι θέλετε καί Τι λέτε. Αλλά θέλει καί τέχνη πώς θα φερθείτε στα παιδιά. Πάνω σ' αυτό είχα ακούσει κάτι χαριτωμένο. Προ­σέξτε το.
Κάποιος δάσκαλος, ευχαριστημένος άπ' όλα τα παιδιά, υπέφερε άπ' τίς αταξίες κάποιου μαθητή κι ήθελε να τον αποβάλει άπ' το Σχολείο. Εν τω μεταξύ ήλθε νέος δάσκαλος κι ανέλαβε την τάξη. Για το συγκεκριμένο μα­θητή πήρε τίς σχετικές πληροφορίες. Ό καινούργιος μαθαίνοντας για τον μαθητή ότι είχε πάθος για το ποδήλατο, τη δεύτερη ήμερα, όταν μπήκε στη τάξη, είπε:
Παιδιά, έχω μια στενοχώρια. Κάθομαι μακριά καί τα πόδια μου με πονούν να περπατώ καί θέλω να χρησιμοποιήσω ποδήλατο, αλλά δεν ξέρω να το κινώ. Ξέρει κανείς να με μάθει;
Πετάγεται λοιπόν ό άτακτος. — Εγώ, λέει, θα σας μάθω.
Ξέρεις;
Ναι, ξέρω.
Κι από τότε γίνανε πολύ καλοί φίλοι, μέχρι πού στεναχωρήθηκε ό παλιός δάσκαλος, πού το έβλεπε. Ένοιωσε ότι δεν ήταν άξιος ό ίδιος να επιβληθεί στο μαθητή.
Συμβαίνει πολλές φορές να υπάρχουν στο Σχολείο ορφανά παιδιά. Δύσκολο πράγμα ή ορφάνια. Όποιος στερήθηκε τους γονείς του, καί μάλιστα σε μικρή ηλικία, έγινε δυστυχισμένος στη ζωή. Αν όμως απέκτησε πνευματικούς γονείς το Χριστό καί την Παναγία μας, έγινε άγιος. Να φέρεστε στα ορφανά παιδιά με αγάπη καί κατανόηση, αλλά κυρίως να τα συνδέετε με το Χριστό καί με την Εκκλησία.
8.   Μάθετε τα παιδιά να ζητούν τη βοήθεια του Θεού (με τα­πείνωση).

Το φάρμακο καί το μεγάλο μυστικό για την πρόοδο των παιδιών είναι ή ταπείνωση. Ή εμπιστοσύνη στο Θεό δίνει απόλυτη ασφάλεια. Ό Θεός είναι το πάν. Δεν μπορεί κανείς να πει ότι εγώ είμαι το πάν. Αυτό ενισχύει τον εγωισμό. Ό Θεός θέλει να οδηγούμε τα παιδιά στην τα­πείνωση. Τίποτε δεν θα κάνουμε κι εμείς καί τα παιδιά χωρίς την ταπείνωση. Θέλει προσοχή, όταν ενθαρρύνετε τα παιδιά. Στο παιδί δεν πρέπει να λέ­τε: «Εσύ θα τα καταφέρεις, εσύ είσαι σπουδαίος, είσαι νέος, είσαι ανδρείος, είσαι τέλειος!...». Δεν το ωφελείτε έτσι το παιδί. Μπορείτε όμως να του πείτε να κάνει προσευχή. Να του πείτε: «Παιδί μου, τα χαρίσματα πού έχεις ό Θεός σου τα έδωσε. Προσευχήσου να σου δώσει ό Θεός δυνάμεις, για να τα καλλιεργήσεις καί να πετύχεις. Να σου δώσει ό Θεός τη Χάρη Του». Τούτο 'δώ είναι το τέλειο. Σ' όλα τα θέματα να μά­θουν τα παιδιά να ζητούν τη βοήθεια του Θεού.
Στα παιδιά ό έπαινος κάνει κακό. Τι λέει ό λόγος του Θεού; «Λαός μου, οι μακαρίζοντες υμάς πλανώσιν υμάς και την τρίβον των ποδών υμών ταράσσουσιν» (Ήσαΐου 3, 12). Όποιος μας επαινεί, μας πλανάει καί μας χαλάει τους δρόμους της ζωής μας. Πόσο σοφά είναι τα λόγια του Θεού! ( Έπαινος δεν προετοιμάζει τα παιδιά για καμιά δυσκολία στη ζωή. Καί βγαίνουν απροσάρμοστα καί τα χάνουν καί τελικά αποτυγχάνουν. Τώρα ό κόσμος χάλασε. Στο μικρό παιδάκι λένε όλο επαινετικά λόγια. Μην το μαλώσουμε, μην του εναντιωθούμε, μην το πιέσουμε το παιδί. Μαθαίνει όμως έτσι καί δεν μπορεί ν' αντιδράσει σωστά καί στην πιο μικρή δυσκολία. Μόλις κάποιος του εναντιωθεί, τσακίζεται, δεν έχει σθένος.
Οι γονείς ευθύνονται πρώτοι για την αποτυχία των παιδιών στη ζωή καί οι δάσκαλοι καί οι καθηγητές μετά. Τα επαινούν διαρκώς. Τους λένε εγωιστικά λόγια. Δεν τα φέρνουν στο Πνεύμα του Θεού. Τ' απο­ξενώνουν άπ' την Εκκλησία. Όταν μεγαλώσουν λίγο τα παιδιά καί πάνε στο Σχολείο μ' αυτόν τον εγωισμό, φεύγουν άπ' τη Θρησκεία καί την περιφρονούν, χάνουν το σεβασμό προς το Θεό, προς τους γονείς, προς όλους. Γίνονται ατίθασα καί σκληρά καί άπονα, χωρίς να σέβονται ούτε τη Θρησκεία, ούτε το Θεό. Βγάλαμε στη ζωή εγωιστές καί όχι Χρι­στιανούς.
9. Τα παιδιά με τους συνεχείς επαίνους δεν οικοδομούνται.

Τα παιδιά με τους συνεχείς επαίνους δεν οικοδομούνται. Γίνονται εγω­ιστές καί κενόδοξοι. Θα θέλουν σ' όλη τους τη ζωή να τους επαινούν όλοι διαρκώς, έστω κι αν τους λένε καί ψέματα. Δυστυχώς, σήμερα μάθανε όλοι να λένε καί ψέματα καί τα δέχονται οι κενόδοξοι, είναι ή τροφή τους. «Πες το, κι ας είναι ψέμα, κι ας είναι ειρωνεία», λένε. Ό Θεός αυτό δεν το θέ­λει. Ό Θεός θέλει την αλήθεια. Δυστυχώς, αυτό δεν το καταλαβαίνουν όλοι καί κάνουν το εντελώς αντίθετο.
Τα παιδιά, όταν τα επαινείς συνεχώς, χωρίς διάκριση, τα πειράζει ό αντίθετος. Τους ξεσηκώνει το μυαλό του εγωισμού καί, συνηθισμένα από μι­κρά στους επαίνους από γονείς καί δασκάλους, προχωρούν ίσως στα γράμ­ματα, αλλά τι το όφελος; Στη ζωή θα βγουν εγωιστές καί όχι Χριστιανοί. Οι εγωιστές δεν μπορούν να είναι ποτέ Χριστιανοί. Οι εγωιστές θέλουν διαρκώς όλοι να τους επαινούν, όλοι να τους αγαπάνε, όλοι να λένε καλά γι αυτούς, πράγμα πού ό Θεός μας, ή Εκκλησία μας, ό Χριστός μας δεν το θέλει.
Ή Θρησκεία μας δεν θέλει αυτόν τον τρόπο, αυτή την αγωγή. Αντίθετα, θέλει τα παιδιά από μικρά να μαθαίνουν στην αλήθεια. Ή αλήθεια του Χρι­στού τονίζει ότι, άμα επαινείς έναν άνθρωπο, τον κάνεις εγωιστή. Ό εγωιστής είναι ό «μπερδεμένος», ό οδηγούμενος υπό του Διαβόλου καί του κακού πνεύματος. Έτσι, μεγαλώνοντας μέσα στον εγωισμό, ή πρώτη του δουλειά είναι ν' αρνείται το Θεό καί να είναι ένας εγωιστής απροσάρμοστος μέσα στην κοινωνία.
Πρέπει να πεις την αλήθεια, να τη μάθει ό άνθρωπος. Αλλιώς τον υποστηρίζεις στην αμορφωσιά του. Όταν πεις στον άλλο την αλήθεια, αυτός κατατοπίζεται, προσέχει, ακούει καί τους άλλους, έγκρατεύεται. Έτσι καί στο παιδί, θα πεις την αλήθεια, θα το μαλώσεις, για να κατατοπισθεί ότι αυτό πού κάνει δεν είναι καλό. Τι λέει ό σοφός Σολομών; «Ός φεί­δεται της βακτηρίας μισεί τον υίόν αυτόν, ό δε αγαπών επιμελώς παιδεύει» (Παροιμ. 13, 24). Όχι όμως να το δέρνεις με τη μαγκούρα. Τότε φεύγουμε άπ' τα όρια καί γίνεται το αντίθετο Με τον έπαινο από μικρά τα παιδιά μας τα οδηγούμε στον εγωισμό. Καί τον εγωιστή μπορεί καί να τον κοροϊδεύεις, αρκεί να του λες ότι είναι καλός, να του φουσκώνεις το εγώ του. Κι έτσι σου λέει: «Α, αυτός πού μ' επαινεί, αυτός είναι καλός». Αυτά δεν είναι σωστά πράγματα. Επειδή ό άνθρωπος μεγαλώνει με τον εγωισμό, αρχίζουν τα «μπερδέματα» μέσα του, υποφέρει, δεν ξέρει Τι να κάνει. Αιτία της ψυχικής ακαταστασίας είναι ό εγωισμός. Αυτό το πράγμα καί οι ίδιοι οι ψυχίατροι, άμα το μελετήσουν, θα το δρουν, ότι δηλαδή ό εγωιστής είναι άρρωστος.
Ποτέ δεν πρέπει να επαινούμε τους συνανθρώπους μας καί να τους κο­λακεύουμε, αλλά να τους οδηγούμε στην ταπείνωση καί στην αγάπη του Θεού. Κι ούτε να επιζητούμε εμείς να μας αγαπάνε, λέγοντας επαίνους στους άλλους. Να μαθαίνουμε ν αγαπάμε κι όχι να ζητούμε να μας αγαπάνε. Ν αγαπάμε όλους καί να κάνουμε θυσίες, όσο μπορούμε μεγάλες, για όλους τους εν Χριστώ αδελφούς ανιδιοτελώς, χωρίς να περιμένουμε επαίνους κι αγάπη άπ' αυτούς. Αυτοί θα κάνουνε για μας ό,τι ό Θεός τους λέει. Αν είναι κι εκείνοι Χριστιανοί, θα δώσουνε δόξα στο Θεό, πού βρεθήκαμε καί τους βοηθήσαμε ή τους είπαμε έναν καλό λόγο.
Έτσι να οδηγείτε καί τα παιδιά του Σχολείου. Αυτή είναι ή αλήθεια. Αλλιώς γίνονται απροσάρμοστα. Δεν ξέρουν Τι κάνουν καί πού βαδίζουν καί αίτια είμαστε εμείς, πού τα κάναμε έτσι. Δεν τα οδηγήσαμε στην αλήθεια, στην ταπείνωση, στην αγάπη του Θεού. Τα κάναμε εγωιστές καί να το αποτέλεσμα τώρα.
Υπάρχουν όμως καί παιδιά πού προέρχονται από γονείς ταπεινούς κι από μικρά όταν είναι τους μιλάνε για το Θεό καί για την αγία ταπείνωση. Αυτά τα παιδιά δεν δημιουργούν προβλήματα στους συνανθρώπους τους. Δεν θυμώνουν, όταν τους υποδεικνύεις το λάθος τους, αλλά προσπαθούν να το διορθώσουν καί προσεύχονται ό Θεός να τους βοηθήσει να μη γί­νουν εγωιστές.
Εγώ, Τι να σας πω; "Όταν είχα πάει στο Άγιον Όρος, πήγα σε κά­τι Γέροντες αγιότατους.   Αυτοί ποτέ δεν μου είπαν «μπράβο». Πάντα με συμβουλεύανε πώς ν' αγαπάω το Θεό καί πώς να είμαι πάντα ταπεινός. Να επικαλούμαι το Θεό να μ' ενισχύει στην ψυχή μου καί να τον αγαπάω πολύ. Ούτε το ήξερα αυτό το «μπράβο», ούτε ποτέ το ζήτησα. Αντίθετα, στενοχωριόμουνα, άμα οι Γέροντες μου δεν με μαλώνανε. <Έλεγα να πάρει ή ευχή, δεν ηύρα Γέροντες καλούς!>. Ήθελα να με παιδεύουνε, να με μαλώνουνε, να μου φέρονται σκληρά. Αυτά πού σας λέω τώρα. να τ' ακούσει ένας Χριστιανός, Τι θα πει; Θα τα χάσει καί θα τ' απορρίψει . Κι όμως αυτό είναι το σωστό, το ταπεινό, το ακραιφνές.
Ούτε οι γονείς μου,  μου είπαν ποτέ «μπράβο». Ούτε το ήθελα το «μπράβο». Γι' αυτό ό,τι έκανα το έκανα ανιδιοτελώς. Τώρα πού μ' επαινούν οι άνθρωποι, αισθάνομαι πολύ άσχημα. Τι να σας πω... Κλωτσάω μέσα μου, όταν οι άλλοι μου λένε «μπράβο». Άλλα δεν μ' έβλαψε που έμαθα την ταπείνωση. Καί τώρα γιατί δεν θέλω να μ' επαινούν; Διότι ξέ­ρω ότι ό έπαινος τον κάνει κούφιο τον άνθρωπο καί διώχνει τη Χάρη  του Θεού. Καί ή Χάρη του Θεού έρχεται μόνο με την αγία ταπείνωση. Ό άνθρωπος ό ταπεινός είναι ό τέλειος άνθρωπος. Δεν είναι ωραία αυτά; Δεν είναι αληθινά;
Σ' όποιον τα πεις αυτά, θα πει: «Τι λες, καλέ; Άμα δεν επαινέσεις το παιδί, ούτε να διαβάσει μπορεί, ούτε, ούτε...». Μα συμβαίνει αυτό, γιατί έτσι είμαστε εμείς καί κάνουμε καί το παιδί μας έτσι. Δηλαδή έχουμε ξεφύγει άπ' την αλήθεια. Ό εγωισμός έβγαλε τον άνθρωπο άπ' τον Πα­ράδεισο, είναι μεγάλο κακό. Οί πρώτοι άνθρωποι, ό Αδάμ καί ή Εύα, ήσαν απλοί καί ταπεινοί, γι' αυτό ζούσαν στον Παράδεισο. Δεν είχαν εγωισμό. Είχαν, όπως λένε στη θεολογική γλώσσα, το «αρχέγονων». Όταν λέμε «αρχέγονων», εννοούμε τα χαρίσματα πού έδωσε ό Θεός αρχικά, όταν δημιούργησε τον άνθρωπο, δηλαδή τη ζωή, την αθανασία, τη συνείδηση, το αυτεξούσιο, την αγάπη, την ταπείνωση κ. ά. Μετά ό Διάβολος κατόρθωσε με τον έπαινο καί τους πλάνησε. Γεμίσανε εγωισμό. Το φυσικό όμως του ανθρώπου, έτσι όπως τον έπλασε ό Θεός, είναι ή ταπείνωση. Ενώ ό εγω­ισμός είναι κάτι το αφύσικο, είναι αρρώστια, είναι «παρά φύσιν».
Όταν λοιπόν εμείς στο παιδί με τους επαίνους δημιουργούμε αυτό το «υπερεγώ», του φουσκώνουμε τον εγωισμό, του κάνουμε μεγάλο κακό. Το κάνουμε να γίνεται πιο επιρρεπές στα διαβολικά πράγματα. Έτσι μεγαλώνοντας το, το απομακρύνουμε άπ' όλες τίς αξίες της ζωής. Δεν νο­μίζετε ότι αυτά είναι ή αιτία πού τα παιδιά χάνονται, πού οι άνθρωποι ανταρτεύουν; Είναι ό εγωισμός, πού τους έχουν άπ' τη μικρή ηλικία εμφυτεύσει οι γονείς. Ό Διάβολος είναι ό μέγας εγωιστής, ό μέγας Εω­σφόρος. Δηλαδή ζούμε τον Εωσφόρο μέσα μας, ζούμε το Διάβολο. Δεν ζούμε την ταπείνωση. Ή ταπείνωση είναι του Θεού, είναι κάτι το απαραίτητο για την ψυχή του άνθρωπου. Είναι κάτι το οργανικό. Κι όταν λείπει, είναι σαν να λείπει άπ' τον οργανισμό ή καρδιά. Ή καρδιά δίνει ζωή στον οργανισμό. Καί ή ταπείνωση δίνει ζωή στην ψυχή. Με τον εγωισμό ό άνθρωπος είναι πλέον με το μέρος του κάκου πνεύματος, δηλαδή αναπτύσσεται με το κακό πνεύμα καί όχι με το αγαθό.
Αυτό κατόρθωσε ό Διάβολος να κάνει. Έκανε τη γη λαβύρινθο, για να μην μπορούμε να συνεννοηθούμε μεταξύ μας. Τι είναι αυτό πού πάθαμε καί δεν το καταλάβαμε; Βλέπετε πώς πλανηθήκαμε; Καταντήσαμε τη γη μας καί την εποχή μας σωστό ψυχιατρείο! Καί δεν καταλαβαίνουμε Τι μας φταίει. Όλοι απορούμε: «Τι γίναμε; Που πάμε; Γιατί τα παιδιά μας πήραν τους δρόμους; Γιατί έφυγαν άπ' τα σπίτια τους; Γιατί παρατήσανε τη ζωή; Γιατί παρατήσανε τη μόρφωση τους; Γιατί γίνεται αυτό;». Ό Διάβολος κατόρθωσε να εξαφανίσει τον εαυτό του καί να κάνει τους ανθρώπους να χρησιμοποιούν άλλα ονόματα. Οί γιατροί, οι ψυχολόγοι λέ­νε συχνά, όταν ένας άνθρωπος πάσχει: «Α, νεύρωση έχεις! Ά, άγχος έχεις!» καί τα τοιαύτα. Δεν παραδέχονται ότι ό Διάβολος υποκινεί καί διε­γείρει στον άνθρωπο τον εγωισμό. Κι όμως ό Διάβολος υπάρχει, είναι το πνεύμα του κακού. 'Αν πούμε ότι δεν υπάρχει, είναι σαν να αρνούμαστε το Ευαγγέλιο, πού μιλάει γι' αυτόν. Αυτός είναι ό εχθρός μας, ό πολέμιος μας στη ζωή, ό αντίθετος του Χριστού, καί λέγεται Αντίχριστος. Ό Χρι­στός ήλθε στη γη, για να μας απαλλάξει από το Διάβολο καί να μας χα­ρίσει τη σωτηρία.
Το συμπέρασμα πού βγαίνει είναι ότι πρέπει να μάθουμε στα παιδιά να ζουν ταπεινά καί απλά καί να μη ζητούν τον έπαινο καί το «μπράβο». Να τα μάθουμε ότι υπάρχει ή ταπείνωση, πού είναι ή υγεία της ζωής.
Ή νοοτροπία της σημερινής κοινωνίας κάνει κακό στα παιδιά. Έχει άλλη ψυχολογία, άλλη παιδαγωγική, πού απευθύνονται σε παιδιά άθεων. Ή νο­οτροπία αυτή οδηγεί στην ασυδοσία. Καί βλέπετε τα αποτελέσματα στα παι­διά καί στους νέους. Φωνάζουν σήμερα οι νέοι. Λένε: «Πρέπει να μας κα­ταλάβετε». Δεν πρέπει όμως να πάμε εμείς σ' αυτούς. Αντίθετα, θα προσ­ευχόμαστε γι' αυτούς, θα λέμε το σωστό, θα το ζούμε, θα το κηρύττουμε, αλλά δεν θα προσαρμοστούμε με το πνεύμα τους. Να μη χαλάσουμε το με­γαλείο της Πίστεως μας. Δεν γίνεται, για να τους βοηθήσουμε, ν' απο­κτήσουμε τη δική τους νοοτροπία. Πρέπει να είμαστε αυτοί πού είμαστε καί να κηρύττουμε την αλήθεια, το φως.
Από τους Πατέρες θα μάθουν τα παιδιά. Ή διδασκαλία των Πατέρων θα μάθει στα παιδιά μας για την εξομολόγηση, για τα πάθη, για τίς κακίες, πώς νικούσαν οί Άγιοι τον κακό εαυτό τους. Κι εμείς θα ευχόμαστε ό θεός να εγκύψει μέσα τους.
ΓΑΜΟΣ-ΣΥΖΥΓΙΑ

Ό Γέροντας ευλογεί καί προστατεύει το γάμο.

  Ό Γέροντας βοηθούσε τους ενδιαφερομένους να τελέσουν γάμο. Μου είπε μια μέρα: «Με επισκέφθηκε μία μεγαλοκοπέλα, πού είχε καλό χαρα­κτήρα, αλλά είχε απελπισθεί για το γάμο. Της είπα να προσευχηθούμε μα­ζί για το ζήτημα της μπροστά στην εικόνα της Παναγίας. Μόλις τελείωσε ή προσευχή μας, της είπα: Θα παντρευτείς, καί μάλιστα γρήγορα. Εκεί­νη γύρισε στο χωριό της καί σε λίγο την επισκέφθηκε μια προξενήτρα καί της είπε, ότι ένας καλός άνθρωπος, Ελληνοαυστραλός, ήρθε στην Ελλάδα, με σκοπό να βρει σύζυγο, αλλά απογοητεύθηκε κι έφευγε την άλλη μέρα άπρακτος. Της πρότεινε συνάντηση. Ή συνάντηση έγινε την επομένη, καί τη μεθεπομένη αρραβώνας, καί σε λίγες μέρες γάμος καί αναχώρηση για την Αυστραλία».
Ένας γνωστό μου αποκάλυψε ότι ό Γέροντας τον ένωσε με τη γυναίκα του. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά καί τους προφύλαξε από τίς μετέπειτα κα­κοτοπιές. Εάν δε βρισκόταν δίπλα μας ό Γέροντας, ό γάμος μας θα είχε ανατιναχθεί στον αέρα, μου είπε χαρακτηριστικά.

Με τίς συμβουλές μου γεννήθηκαν αρκετά παιδάκια.

Άτεκνη κυρία, πού είχε κάνει πολλές αποβολές καί ήταν πάλι έγκυος, προσ­έφυγε με αγωνία στο Γέροντα, ζητώντας την συμπαράσταση του. Εκείνος «είδε» (προορατικά) ότι το πρόβλημα της ήταν ψυχολογικό. Τη συμβούλευσε να νοικιάσει δωμάτιο σε γειτονικό χωριό, να ηρεμήσει καί να μην επικοινωνεί με το συγγενικό της περιβάλλον, πού της μετέδιδε άγχος, ούτε με το τηλέφωνο. Ή κυρία ακολούθησε τίς συμβουλές του. Μάλιστα τον επισκεπτόταν κατά διαστήματα καί ηρεμούσε περισσότερο. Τελικά γέννησε ένα υγιές αγοράκι πού, από ευγνωμοσύνη, το ονόμασε Πορφύριο. Το περιστατικό το είχα πληροφορηθεί από φίλο καί μια μέρα, πού βρισκόμουν στο κελί του Γέροντα, είδα να μπαίνει με πολύ θάρρος ένα νήπιο, πού το δέχθηκε με πολλή χα­ρά καί του έδωσε καραμέλες. Έξω ακουγόταν ένα τρακτέρ. «Ξέρεις ποιος είναι αυτός με το τρακτέρ;» με ρώτησε. «Είναι ό πατέρας του μικρού Πορφυρίου, πού μπήκε στο κελί Πριν λίγο, καί από τη χαρά του έρχεται πότε ,πότε με το τρακτέρ του καί μας οργώνει τον κήπο. Με τίς συμβου­λές μου γεννήθηκαν έτσι αρκετά παιδάκια κι έγιναν Πορφυράκια. Τα τελευταία του λόγια τα κάλυψε ένα πλατύ γέλιο [Γ 198 π.].
Συμβουλές για το γάμο.
Αυτούς πού επιθυμούσαν το γάμο, ό Γέροντας τους προσανατόλιζε στη δημιουργία μιας πραγματικά ευτυχισμένης οικογενείας. Μου απεκά­λυψε σχετικά: «Ήρθε σε μένα ένας καλός νέος καί μου ζήτησε να τον βοη­θήσω να κάνει μια χριστιανική οικογένεια. Τον συμβούλεψα να ψάξει να βρει μια αγνή κοπέλα από χωριό, έξω από την Αθήνα. Με άκουσε, βρήκε σ' ένα χωριό μια πολύ καλής ψυχής κοπέλα, πού του άρεσε, τη ζή­τησε σε γάμο, παντρεύτηκαν καί του έκανε κάτι παιδιά κουκλάκια. Τώ­ρα ζουν μια απλή καί ευτυχισμένη οικογενειακή ζωή». Ό Γέροντας έβλε­πε ότι τα πολλά, πολύπλοκα καί εξεζητημένα κοσμικά προσόντα των υποψηφίων συζύγων, πού ικανοποιούν κυρίως τίς εγωιστικές τους βλέψεις, κάθε άλλο παρά εγγύηση αποτελούν για ευτυχία στο γάμο [Γ 355].
Θα αγιάζεσαι καί θα ζηλέψει ή σύζυγος σου καί θα σε μιμηθεί.

Ένας πιστός νέος, πού αρραβωνιάσθηκε μια νέα, μάλλον άσχετη με την Πίστη, επισκέφθηκε το Γέροντα, για να τον συμβουλευθεί. Ό Γέρο­ντας, πού βρέθηκε προ τετελεσμένου γεγονότος, «είδε» αμέσως τίς αδυναμίες της μνηστής καί του είπε χαρακτηριστικά: «Εμπρός τώρα για την αγιότητα. Δεν υπάρχει άλλη λύση για σένα. Θα αγωνίζεσαι να αγιάζεσαι κάθε μέρα περισσότερο, καί ή σύζυγος σου, πού θα βλέπει το πρόσωπο σου να λάμπει από τη χαρά του Χριστού, θα ζηλέψει καί θα θελήσει να σε μιμηθεί». Σε κά­θε πρόβλημα ό Γέροντας έβρισκε την καλύτερη διέξοδο [Γ 363].
Συζυγική υπομονή.
Όταν πήγαινε κάποιος παντρεμένος, πού δεν είχε καλή σύζυγο, ή μια παντρεμένη, της οποίας ό σύζυγος δεν ήταν καλός καί σήκωνε το σταυρό του ή το σταυρό της με υπομονή, τον αποκαλούσε άγιο κι αν ήταν γυ­ναίκα, την αποκαλούσε αγία [Γερ. 85].
Συναισθηματική επιλογή συζύγου.

Κάποιος, πού είχε κάνει βεβιασμένη καί αποκλειστικά συναισθηματική επιλογή συζύγου, είχε σοβαρά συζυγικά καί γενικότερα οικογενειακά προβλήματα, τα όποια συζητούσε με τον Γέροντα. Σε μια συνάντηση τους του είπε: «Πάντως το μεγάλο λάθος το έκανες. Αυτό δε διορθώνε­ται. Τώρα να κοιτάξουμε πώς να αντιμετωπίσουμε με τη μεγαλύτερη επι­τυχία τίς συνέπειες του λάθους». Ό Γέροντας ήταν ρεαλιστής. Ούτε εξι­δανίκευσε τη λανθασμένη επιλογή του επισκέπτη, ούτε τον άφησε να απογοητευθεί, από τη συνειδητοποίηση του ανεπανόρθωτου λάθους του. Τον οδήγησε στην προσπάθεια για την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση των δυσ­άρεστων συνεπειών του λάθους, κι αυτή ή προσπάθεια συνιστούσε επιτυχία, ευπρόσδεκτη από το Θεό [Γ 357].
Ποτέ δεν θα της μιλήσεις για νηστεία.

Κάτι, πού μου έκανε συγκλονιστική εντύπωση, όταν το άκουσα, άφορα στο θέμα της νηστείας.
Επρόκειτο για ένα ζεύγος νεόνυμφων. Ό σύζυγος συνήθιζε να τηρεί τίς Νηστείες, ενώ ή σύζυγος, εκ της οικογενειακής της παραδόσεως, δεν νήστευε. Δεν ήταν αρνήτρια, αλλά απλώς, έτσι ήταν συνηθισμένη.
Όταν έθεσαν το θέμα αυτό στο Γέροντα Πορφύριο, εκείνος συμβούλευσε το σύζυγο ως έξης: «Εσύ θα νηστεύεις, όπως μέχρι τώρα. Άλλα στη γυ­ναίκα σου ποτέ δε θα μιλήσεις για νηστεία Καί στις περιόδους της νηστείας το ψυγείο θα το έχεις πάντοτε γεμάτο τρόφιμα. Ή γυναίκα σου ας τρώ­ει  εσύ να κάνεις τίς νηστείες σου».
Καί πράγματι, όπως μετά ομολογούσε αυτό το ανδρόγυνο, ήρθε ό καιρός πού, τηρώντας τη συμβουλή εκείνη του Γέροντος Πορφυρίου, άρχισε πλέον καί ή σύζυγος, ή οποία ήταν καλοπροαίρετος άνθρωπος, να συγκλίνει καί να συμπορεύεται μετά του συζύγου της καί στο θέμα της νη­στείας [Ί 80].
Δώσ' της καί κανένα φιλί!
Σε έναν αδελφό είπε τα έξης:
«Όταν σε μαλώνει ή γυναίκα σου καμιά φορά, πού ασχολείσαι πολύ με τα εκκλησιαστικά, μην της μιλάς. Πήγαινε μια βόλτα καί, όταν της πε­ράσει καί είναι εκεί στην κουζίνα να μαγειρεύει, χάιδεψε της λίγο το κεφάλι της ή δώσ' της καί κανένα φιλί στο μάγουλο της. Της αρέσει καί θα τα ξεχάσει όλα, ό,τι προηγουμένως της έκανες» [Τζ 163].
Μην της «μπαίνεις» πολύ της γυναίκας σου.
Σε κάποιον αδελφό είπε:
«Πρόσεχε, μην της "μπαίνεις" πολύ στη μύτη της γυναίκας σου. Να μη φα­νατίζεσαι πολύ. Να προσέχεις το "μέτρο". Μην το τραβάς πολύ» [Τζ 163].


Όταν ό άντρας σου βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση.
Με τα χαρίσματα που είχε ό Γέρων Πορφύριος, γνώριζε Τι χρειαζόταν σε κάθε περίπτωση. Είπε, για παράδειγμα, σε μια παντρεμένη: «Να μη μιλάς καθόλου, όταν ό άντρας σου βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση. Κάνε την προσευχή σου καί ζήτα κι από άλλους να προσεύχονται. Γιατί αλλιώς του δημιουργείται άσχημη κατάσταση, δεν βρίσκει χαρά καί ζεστασιά κο­ντά σου καί τότε αρχίζει να κοιτάζει δεξιά καί αριστερά». Συνιστούσε κά­θε φορά, ανάλογα με την κάθε περίπτωση, εκείνο πού ήταν πρόσφορο για τη γαλήνη της συγκεκριμένης οικογένειας [Ί 89].
Μια κακιά γυναίκα μπορεί να σ' αγιάσει.
Φοβάμαι, Γέροντα, να παντρευτώ, μήπως μου τύχει καμιά κακιά γυναίκα
Μια κακιά γυναίκα μπορεί να είναι ή ευκαιρία σου για τον Πα­ράδεισο [Ί 298].
Ή σύζυγος δεν ήταν ψυχοπαθής.
Γνωστός μου, πού μένει στη βόρεια Ιταλία, μου τηλεφώνησε καί με παρεκάλεσε να πάρω τη γνώμη του π. Πορφυρίου για συγκεκριμένα προ­βλήματα της συζύγου του, με την οποία βρισκόταν σε διάσταση, δεδομέ­νου ότι τα ίδια προβλήματα τα εξέθεσε σε διάσημο ψυχίατρο, κι εκείνος απεφάνθη ότι ή σύζυγος του είναι ψυχοπαθής.
Ό Γέροντας με άκουσε με προσοχή καί μου απήντησε: «Να πεις του γνωστού σου να ρωτήσει το διάσημο ψυχίατρο του: Πήγε να τον κοιτά­ξει γιατρός;» [Γ 199π.].
Όσο πιο πολύ γκρινιάζεις, τόσο πιο πολύ αργεί.
Ή σύζυγος αναπήρου ιατρού ήταν απελπισμένη, διότι ό άνδρας της είχε αποκτήσει πολύ κακές συνήθειες. Έπειτα από την εργασία του στο Νο­σοκομείο, πήγαινε στο καφενείο καί γύριζε στο σπίτι μετά τα μεσάνυχτα, αφήνοντας ολόκληρη την ήμερα μόνους καί εκείνη καί τα παιδιά τους, πού σχεδόν δεν τον έβλεπαν. Διαμαρτυρόταν, του κακομιλούσε, κι εκείνος αντιδρούσε, γυρίζοντας στο σπίτι ακόμη πιο αργά. Βρισκόταν σε αδιέξοδο.
Έμαθε για τον π. Πορφύριο καί έσπευσε να τον συναντήσει. Όταν έφθασε στα Καλλίσια, ό ασθενής Γέροντας είχε κουρασθεί πολύ καί του ήταν αδύνατο πλέον να συνεχίσει. Κόσμος πολύς περίμενε έξω. "Όταν έφθασε ή κυρία καί έμαθε ότι ό Γέροντας διέκοψε τις συναντήσεις, λυπήθηκε πολύ καί ρώτησε φίλο μου, πού γνώριζε την οικογένεια, Τι μπορούσε να κάνει. Ό φίλος της συνέστησε να αποτολμήσει να ζητήσει απλή ευλο­γία του Γέροντα, δεδομένου ότι αυτή έχει κάνει θαύματα.
Ή κυρία πλησίασε με πολλή αγωνία. Δεν πρόλαβε να πατήσει το σκα­λοπάτι του κελιού του Γέροντα καί άκουσε τη φωνή του: «Εσύ να περάσεις μέσα». Ό Γέροντας «έπιασε» την αγωνία της καί έκρινε, όπως φάνηκε, ότι ήταν επείγουσα ανάγκη, παρά την εξάντληση του, να βοηθήσει την οικογένεια της, πού κλυδωνιζόταν. Τη δέχθηκε «κατά πνευματική εξαίρεση». Όταν ή κυρία βγήκε από το κελί του Γέροντα, το πρόσωπο της λαμποκοπούσε από χαρά. Μας εκμυστηρεύθηκε τα έξης: «Ό Γέροντας μου τα απεκάλυψε όλα. Μου είπε: Βλέπω τίς αναπηρίες του, έχει κόμπλεξ καί γι' αυτό ξενυχτά, για να το ξεχάσει. Καθώς εσύ συνεχώς του γκρινιάζεις, εκείνος δεν θέλει να έρθει στο σπίτι καί αργεί. "Όσο πιο πολύ του γκρινιάζεις, τόσο πιο πολύ αργεί. Τώρα θα κάνεις το αντίθετο. "Όσο πιο πολύ αργεί, τόσο πιο πολύ θα προσεύχεσαι γι' αυτόν, θα τον αγαπάς καί θα τον περιποιείσαι. Έτσι, εκείνος θ' αλλάξει σιγά ,σιγά καί θα τον τραβά όλο καί πιο πολύ το σπίτι, ή γυναίκα του, τα παιδιά του. Καί το πρόβλημα σου θα λυθεί». Ή κυρία, σαν να ξύπνησε από κακό όνειρο, μονολογούσε: «Τι ανόητη πού ήμουν τόσον καιρό! Με την γκρίνια μου πήγαινα να καταστρέψω την οικογένεια μου καί δεν το καταλάβαινα»! Εφήρμοσε πιστά τίς οδηγίες του Γέροντα καί, σε σύ­ντομο χρονικό διάστημα, κέρδισε το σύζυγο της [Γ 25 3π.].
Ενώνει χωρισμένο ανδρόγυνο.
Πήγαινα μια μέρα τον Παππούλη στο σπίτι του καί μου είπε το κα­τωτέρω περιστατικό πού του συνέβη με έναν ταξιτζή:
«Πήρα μια φορά, παιδί μου, ένα ταξί, για να πάω σπίτι μου. Όταν μπήκα μέσα, ό οδηγός είχε βάλει το ράδιο, πού έλεγε κάτι λαϊκά τραγούδια, καί του είπα με καλό τρόπο:
-   Σε παρακαλώ, επειδή έμενα δε μου αρέσουν αυτά τα τραγούδια,
μήπως μπορείς να το κλείσεις αυτό το ράδιο;
Ναι, παπά μου, να το κλείσω, απάντησε εκείνος. Στη συνέχεια τον ρώτησα:
Πώς σε λένε; Με λένε Βασίλη, μου είπε. Βρε το Βασίλη! του είπα. Έχεις παιδιά, Βασίλη; τον ρώτησα. Έχω, μου λέει, δύο.
Βρε Βασίλη, του λέω, το μεγαλύτερο παιδί σου μοιάζει πολύ, το ξέρεις;
Ναι, μου μοιάζει, μου λέει αυτός, αλλά εσύ πού το ξέρεις, παπά μου;
Βρε, που είναι τα παιδιά σου; του λέω.
Είναι σ' ένα χωριό, παπά μου, με τη μάνα τους.
Καί συ μένεις εδώ μόνος σου; τον ξαναρωτάω.
Ναι, μου λέει. "Έχω χωρίσει, παπά μου, καί εγώ είμαι εδώ και αυτή με τα παιδιά μένουν εκεί.
Βρε συ Βασίλη, τους αφήνεις μόνους τους καί δεν πάς να τους
ανταμώσεις;
Δεν γίνεται, παπά μου, μου λέει, γιατί πάει καιρός τώρα πού ζούμε έτσι καί δεν μπορώ να πάω εγώ εκεί τώρα.
Γιατί βρε; τον ρώτησα, θέλεις να σε βοηθήσω εγώ να ανταμώσετε; του λέω.
Καί πώς θα με βοηθήσεις εσύ, παπά μου; μου λέει.
Βρε, Τι σε νοιάζει εσένα. Πες μου ότι θέλεις εσύ καί εγώ θα το φροντίσω. Καλά, μου λέει, φρόντισε το.
Τον παίρνω, πού λες, καί τον πάω ατό χωριό του, πού ήταν ή γυναί­κα του με τα παιδιά τους. Μόλις πλησιάσαμε στο σπίτι, μου λέει:
Α! εγώ δεν προχωρώ άλλο. Σταματώ εδώ.
Καλά, του λέω, κάτσε εδώ.
Κατεβαίνω εγώ τότε καί πάω μέσα στο σπίτι καί βρίσκω τη γυναίκα του καί τη φέρνω κοντά του καί έτσι τα ξανάφτιαξαν».
Παππούλη μου, του λέω στο τέλος κι εγώ. Σ' αγαπώ πολύ ,πολύ  μ' αυτά πού έκανες, καί γελούσε καί με τα δικά μου λόγια [Τζ 160-2].
Μέγα αμάρτημα ή αποφυγή της τεκνογονίας.
Ό π. Ν. αφηγείται:
Πήρα την ευχή του Γέροντα, του εξήγησα ότι είμαστε περαστικοί από εκεί, ότι μας αρκούσε ή ευχή του. Δεν ήθελα να τον απασχολήσω με κάποιο θέμα, γιατί τόσοι άνθρωποι περίμεναν να τον δουν κι εγώ είχα πε­ράσει πρώτος: «Την ευχή σας μόνο, Γέροντα εύχεστε για μας».
«Κάθισε, κάθισε», μου λέει τότε. Έπιασε το χέρι μου καί το κρατούσε: «Πώς πάς, καλά;», με ρώτησε. «Δόξα τω Θεώ, με την ευχή σας καλά, Γέροντα». Κι αμέσως μετά άρχισε να μου λέει: «Θα τους λες να μην απο­φεύγουν τα παιδιά. Μέγα, θανάσιμο αμάρτημα το ν' αποφεύγουν να κάνουν παιδιά. Πολύ καλά κάνεις, πού ασχολείσαι με το έργο αυτό. Πάμε να εξαφανισθούμε καί ως Έθνος. Καί να συνεχίσεις το έργο αυτό της βοηθείας των Πολυτέκνων Οικογενειών. Άντε, ό Χριστός να σ' ευλογεί».
Αυτά ήσαν τα τελευταία προς έμενα λόγια του επί της γης, τα όποια μου είπε από μόνος του, χωρίς δική μου σχετική ερώτηση ή οποιαδήποτε αναφορά [Περιοδ. Πολύτεκνη Οικογένεια, αρ. 57 (1993), σ. 20, καί Ί 114].
Για αυτό σας έλεγα να κάνετε παιδί.

Από τίς πρώτες ήμερες του γάμου μας, ό όποιος είχε ξεκινήσει με τίς καλύτερες προϋποθέσεις, ό Γέρων Πορφύριος, στον όποιο τηλεφω­νούσαμε πολύ συχνά, μας έλεγε καί μας ξανάλεγε κάθε φορά να μην αποφύγουμε την τεκνογονία.
Λίγο μετά, πού ήρθε στον κόσμο το παιδί μας, αποφασίσαμε να χω­ρίσουμε, διότι δεν βλέπαμε πια μέρα καλή. Καί κάπως τα είχαμε βάλει -ό Θεός να μας συγχωρήσει— καί με το Γέροντα, πού, αντί να προείδε, με το διορατικό του χάρισμα, του οποίου είχαμε προσωπική εμπειρία, τη διάλυση του γάμου μας, τουναντίον μας προέτρεπε να κάνουμε παιδί.
Μόλις όμως άρχισε να μεγαλώνει το μωρό μας, συνειδητοποιήσαμε ότι θα εγκληματούσαμε απέναντι του, αν προχωρούσαμε σε διαζύγιο. Έτσι, τα βά­λαμε κάτω καί, παρά το ότι καί οι δύο προτιμούσαμε να χωρίσουμε —δεν βλέ­παμε άλλη λύση- συμφιλιωθήκαμε κι αρχίσαμε πάλι να ζούμε μαζί.
Τρία χρόνια πριν από την κοίμηση του μας είπε ό Γέρων Πορφύριος: «Αν δεν κάνατε αυτό το παιδί, σήμερα θα είχατε πάρει διαζύγιο κι ό Θεός ξέρει Τι θα γινόσαστε. Γι' αυτό σας έλεγα να κάνετε παιδί. Σώσατε το γά­μο σας, πού είναι τόσο ιερός, όπως όλα τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας».
Καί συνέχισε: «Να σκέφτεστε πάντα αυτή την εικόνα, πού θα σας περιγράψω τώρα καί θα καταφέρετε να φτιάξετε μια ευτυχισμένη οικο­γένεια. Το παιδί σας να κρατά τον ένα σας από το ένα χέρι καί τον άλλον από το άλλο, να προχωρεί εκείνο μπροστά, να σας δείχνει το δρό­μο κι εσείς ν' ακολουθείτε» [Ί 285].
Όχι αποφυγή τεκνογονίας, ενώ υπάρχουν συζυγικές σχέσεις.
«...Ζήτησα τη γνώμη του Γέροντος ως προς το ποια επιχειρήματα θα πρέπει ν' αναπτύσσουμε, όταν μιλούμε κατά της αποφυγής της τεκνο­γονίας καί πώς εκείνος ως Πνευματικός αντιμετώπιζε το θέμα αυτό.
Δε θ' αναφερθώ τώρα λεπτομερειακά στην όλη συζήτηση. Αναφέρω μόνο ότι ό Γέρων Πορφύριος επικύρωσε την αυστηρή, ας τη χαρακτη­ρίσω έτσι, γραμμή, την οποία ακολουθώ κι εγώ στο θέμα αυτό ότι, δηλαδή, δεν επιτρέπεται ή αποφυγή της τεκνογονίας, ενώ υπάρχουν συζυγικές σχέσεις. Ή χρήση άρα αντισυλληπτικών μεθόδων δεν είναι επιτρεπτή...» [Ί 110].
Συζυγική εγκράτεια, πού θα πλήγωνε την αγάπη!

Σ' ένα ζεύγος ευσεβές καί πολύ αγαπημένο καί μονοιασμένο, πού ήδη είχε έξι παιδιά, μάλιστα σε μικρή χρονική απόσταση μεταξύ τους, ή σύζυγος-μητέρα πρότεινε στο σύζυγο να μείνουν στα έξι παιδιά ασκώντας εγκράτεια. «Μας φθάνουν», είπε, «έξι παιδιά καί στο έξης να ζούμε εγκρατευόμενοι». Ό σύζυγος με ηρεμία καί ψυχραιμία άκουσε τη σεμνή σύζυγο του, άλλ' επιφυλάχθηκε να μη συμφωνήσει αμέσως. Πίστευε πώς, για ένα τέτοιο θέμα, σοβαρό καί λεπτό, τον πρώτο λόγο είχε ό Πνευματικός τους, πού ευτυχώς ήταν ό Γέρων Πορφύριος. «Πριν από κάθε συζήτηση καί μάλιστα απόφαση για το θέμα αυτό», είπε ό σύζυγος στη σύντροφο του, «θα πρέπει να συμβουλευθούμε το Γέροντα».
Επισκέφθηκαν λοιπόν το Γέροντα καί το θέμα έθεσε πρώτη ή σύζυγος λέγοντας επί λέξει:
Όπως ξέρετε, Γέροντα, έχουμε έξι παιδιά καί είπαμε να μείνουμε σ' αυτά ασκώντας από εδώ καί πέρα εγκράτεια.
Τότε ζήτησε το λόγο ό σύζυγος, πού είναι καί ευγενής καί διακριτικός, για να εξηγήσει αρχικά μόνο τη λέξη «είπαμε».
Με την ευλογία σας, Γέροντα, να κάμω μιαν εξήγηση. Καί στρεφό­μενος στη σύζυγο του είπε:
Με συγχωρείς, αλλά είπες «είπαμε», ενώ έπρεπε να ειπείς «είπα». Δική σου γνώμη είναι, αφού εγώ δεν είπα ακόμη τη γνώμη μου καί πρότεινα αυτή τη συνάντηση καί συζήτηση με το Γέροντα.
Ό Γέροντας μειδίασε καί είπε στο πολύτεκνο καί αγαπημένο ζεύγος:
«Το πρόβλημα δεν είναι ή εγκράτεια Το πρόβλημα είναι ότι θα πληγώσετε την αγάπη σας. Ό διάβολος θα ρίξει τόση γκρίνια μεταξύ σας, πού για το παραμικρό θα εκνευρίζεστε καί θα μαλώνετε, πράγμα πού θα επηρεάσει καί τα παιδιά σας. Γι' αυτό καλό είναι να το σκεφθείτε περισσότερο το θέμα αυτό καί να προσευχηθείτε καί θα σας δείξει ό θεός το θέλημα Του» [Περιοδ. Πο­λύτεκνη Οικογένεια, αρ. φ. 57 (1993), σ. 22].
Ή περίπτωση του λευκού γάμου.

Ένα νέο ζεύγος έδωσε αμοιβαία υπόσχεση να τηρήσει εγκράτεια στο γά­μο του ή να κάμουν «λευκό γάμο», όπως συνήθως λέγεται. Ή πρωτοβου­λία ήταν περισσότερο της κοπέλας, με την οποία συμφώνησε καί ό νέος, ό όποιος μάλιστα μετά το γάμο τους έγινε ιερέας. Άλλ' είχαν προβλήματα μεταξύ τους, γκρίνια κλπ., τα όποια καί ανέφεραν στο Γέροντα. Τότε ό Γέ­ροντας τους συνέστησε να αποκτήσουν παιδιά, πράγμα πού αρνήθηκαν αρχικά, επειδή θεωρούσαν την αμοιβαία υπόσχεση τους για εγκράτεια ως δεσμευτική καί ως αμαρτία την παράβαση της. Άλλ' ό Γέροντας τους έπει­σε ότι εσφαλμένη ήταν ή αμοιβαία υπόσχεση τους, επειδή σκοπός του γά­μου είναι ή παιδοποιία. Τους είπε μάλιστα ότι αναλαμβάνει εκείνος την πνευ­ματική ευθύνη. Τελικά επείσθησαν καί, όταν απέκτησαν παιδί, οί σχέσεις τους έγιναν ειρηνικές καί ζούσαν ευτυχισμένοι.
Ως προς το θέμα του «λευκού γάμου», όπως σπάνια απαντάται στους Βίους των Αγίων, χρειάζεται πολλή προσοχή καί πάντοτε συμβουλή καί άδεια πεπειραμένου Πνευματικού [Περιοδ. Πολύτεκνη Οικογένεια, αριθμ. 57 (1993) σ. 20].
Δεν τους έδωσε παιδί, για να μην είναι δυστυχισμένο.

Ένα νέο ζεύγος είχε πολλές ατυχίες στο θέμα της τεκνοποιίας. Ή σύζυγος είχε πάθει πολλές αποβολές, είχε εγχειριστεί καί τελικά οί γιατροί απέκλεισαν τη δυνατότητα τεκνοποιίας. Έτσι σκέφθηκαν τη λύση της υιοθεσίας καί με τη βοήθεια κάποιου γνωστού τους, πού συνδεόταν με τον Γέροντα Πορφύριο, ανακάλυψαν μια «άγαμη μητέρα», για να υιοθετήσουν το μωρό της. Καί ενώ όλα είχαν συμφωνηθεί, Πριν αρχίσει ή διαδικασία της υιοθεσίας, ό συνδεόμενος με το Γέροντα, γνωστός του ζεύγους καί με­σολαβητής ηθέλησε να τον συμβουλευθεί για το θέμα αυτό. Άλλ' όταν ό Γέ­ροντας άκουσε την περίπτωση, έπιασε το σφυγμό του μεσολαβητή καί άρχι­σε να περιγράφει το χαρακτήρα των συζύγων με λεπτομέρειες. Ιδιαίτερα ή σύζυγος είχε ψυχολογικά προβλήματα... "Έπειτα ερώτησε:
Σωστά τα λέω;
Ναι, Γέροντα. Σαν να τους έχετε μπροστά σας.
Μα τους έχω μπροστά μου. Γι' αυτό ό Θεός δεν τους έδωσε παιδί, για να μην είναι δυστυχισμένο. Να σταματήσεις την ανάμειξη σου στην υπό­θεση αυτή.







Δεν υπάρχουν σχόλια: